Μάσκα του Γιαννούλη Χαλεπά
Γόνος οικογένειας με παράδοση στη γλυπτική από τον 18ο αιώνα, μαθήτευσε αρχικά κοντά στον πατέρα του και το 1908 γράφτηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας.
Ο Αντώνης Σώχος, ο Μιχάλης Τόμπρος και ο Θανάσης Απάρτης αποτελούν τον πυρήνα της καλλιτεχνικής ομάδας που ανανέωσε τη γλυπτική στην Ελλάδα κατά τη δεκαετία του 1930. Μαζί και με τους ζωγράφους του Μεσοπολέμου, η ομάδα αυτή συνετέλεσε στη ρήξη με το καθιερωμένο και παρήγαγε μια τέχνη προοδευτικού χαρακτήρα με ξεκάθαρες όμως επιρροές της παράδοσης της Ελληνικής τέχνης. Απόγονος 5ης γενιάς οικογένειας μαρμαράδων της Τήνου και ανιψιός και μαθητής του Λάζαρου Σώχου, ο Αντώνης Σώχος χρησιμοποιεί τη μακρά παράδοση του τόπου και της οικογένειάς του ως κατευθυντήρια δύναμη. Το έργο του αντλεί έμπνευση από την αρχαϊκή τέχνη των άκαμπτων μορφών των κούρων αλλά και από την ελληνική λαϊκή παράδοση. Ακολουθώντας τα βήματα του Τόμπρου, ο Σώχος φεύγει για το Παρίσι το 1919.
Το 1926 εκλέχτηκε καθηγητής στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Μετσόβειου Πολυτεχνείου και το 1965 έγινε ακαδημαϊκός.
Αναμφισβήτητα η δουλεία του φανερώνει τις επιρροές της δυτικοευρωπαϊκής τέχνης που δέχθηκε κατά τη μαθητεία του κοντά στον Emile Bourdelle και τον Jean Boucher κατά την φοίτηση του στην École des Beaux Arts. Εκεί συναρπάζεται από τον ευρωπαϊκό εξπρεσιονισμό και κυβισμό που επεξεργάζονται την αφρικανική πλαστική και τις μάσκες. Στα πρώιμα έργα του από μπρούτζο και πωρόλιθο υπάρχουν σαφείς αναφορές σε αρχαιοελληνικές μορφές, ενώ αργότερα η στροφή του στην ξυλογλυπτική θα αναδείξει περισσότερο τη σχέση του με τις ευρωπαϊκές πριμιτιβιστικές συλλήψεις.