Νίκη
Ο Γιώργος Γεωργιάδης φοίτησε στην Σχολή Καλών Τεχνών δίπλα στον Γιάννη Παππά (1954-1959) και κατόπιν σπούδασε τεχνική του μετάλλου στη Φλωρεντία. Κεντρική μορφή στο έργο του καλλιτέχνη αποτελεί η γυναικεία φιγούρα, απεικονιζόμενη καθιστή και ενδεδυμένη με αρχαιοπρεπή χιτώνα, που διαγράφει κάθε λεπτομέρεια της σιλουέτας της. Οι ακρωτηριασμένες, ακέφαλες μορφές, με τη στρεβλωμένη κίνηση τους, την αστάθεια των στάσεων τους και τη δυναμική τους, αποτελούν εκφραστική δίοδο για τον καλλιτέχνη για περισσότερα από 40 χρόνια. Μολαταύτα, η ιδεοληψία του Γεωργιάδη σε ένα πρωταρχικό μοτίβο, σε καμία περίπτωση δεν περιορίζει την εκφραστική του εμβέλεια. Τα πρώτα του γλυπτά με τις καθιστές φιγούρες (1960-1967) διακατέχονται από ρεαλιστικό και αφηγηματικό χαρακτήρα, κατάλοιπα ίσως των σπουδαστικών του χρόνων. Στη συνέχεια, η γλυπτική του αναπτύσσει εντονότερη αφαιρετική τάση στηριζόμενη στους συμβολιστικούς υπαινιγμούς και την εξπρεσιονιστική διάθεση. Η ανάγκη για προσωπική έκφραση και εκτόνωση υπερισχύει έναντι του «βαρέως κληρονομικού φορτίου», όπως χαρακτηρίζει την ελληνικότητα που κουβαλάμε μέσα μας, δίνοντας κίνητρο στον καλλιτέχνη να εξελίσσει τη τέχνη του.
Με το πέρασμα του χρόνου εισάγει πληθώρα παραλλαγών στο έργο του, όπως μουσικά όργανα (π.χ. λαούτο), ένα μωρό στην αγκαλιά της μητέρας και επιπλέον γυναικείες μορφές στο γλυπτικό σύμπλεγμα, ενώ αλλού απεικονίζεται αλληγορικά η γυναίκα ως φτερωτή νίκη. Θεμελιώδες γνώρισμα στο σύνολο της δουλειάς του Γεωργιάδη είναι η διαχρονική αποτύπωση των μορφών, αντλώντας έμπνευση από την εκάστοτε ψυχολογική διάθεση του γλύπτη και την έκφραση των προβληματισμών και συναισθημάτων του ιδίου.