Το Ατελιέ, 1927
Ο Περικλής Βυζάντιος μετά τη φοίτησή του στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, συνέχισε τις σπουδές του στο Παρίσι, όπου συνδέθηκε με κύκλους καλλιτεχνών που ζούσαν μέσα στις γόνιμες ζυμώσεις και διεργασίες των μετα-ιμπρεσιονιστικών κινημάτων και ιδιαίτερα των Ναμπί και των Συνθετιστών, με κύρια θεματογραφία εσωτερικά και σκηνές από το αστικό περιβάλλον. Μετά την επιστροφή του (1915) στην Ελλάδα για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία –η οποία διήρκεσε επτά χρόνια–, διαπίστωσε ότι στην Αθήνα είχε αναπτυχθεί μια διαφορετική αντίληψη του μοντερνισμού. Κύριο μέλημα αυτής της αντίληψης ήταν η απόδοση της ελληνικής φύσης, όπως κατακλύζεται από το δυνατό φως, πάντα όμως σύμφωνα με τις αρχές των παρισινών μετα-ιμπρεσιονιστικών κινημάτων, τα οποία επηρέαζαν όλους τους ανήσυχους καλλιτέχνες της εποχής. Έτσι, ως ιδρυτικό μέλος της Ομάδας «Τέχνη» του 1917, ασχολήθηκε με θέματα από την ελληνική ύπαιθρο, όπου σκηνές της καθημερινής αγροτικής ζωής και τοπία αποδίδονται μέσα από τις εκφραστικές δυνατότητες του χρώματος αλλά και την ιδιαίτερη διαχείριση του χώρου. Tα έργα του Bυζάντιου φέρουν έντονη τη σφραγίδα της μαθητείας του στο Παρίσι, είτε αυτά είναι δημιουργίες των πρώτων χρόνων της παραμονής του εκεί, με τα κομψά εσωτερικά και τις γεμάτες χάρη γυναίκες, είτε η τοπιογραφία στην οποία επιδίδεται μετά την επιστροφή του στην Eλλάδα.
Το Ατελιέ απεικονίζει την πρόσοψη του εργαστηρίου του Περικλή Βυζάντιου στην Πλάκα, όπου παρέμεινε οκτώ χρόνια (1920-1928). Η απεικόνιση του χώρου όπου γεννήθηκε η καλλιτεχνική ομάδα «Ατελιέ», είναι καρπός γόνιμης σύζευξης τόσο των εμπειριών που απέκτησε στο Παρίσι, όσο και των ερευνών του για την απόδοση της ελληνικής υπαίθρου. Ο πίνακας είναι οργανωμένος σε σχηματοποιημένες φόρμες, που σχηματίζουν ζώνες, ενώ το χρώμα αποκτά ιδιαίτερη υλική υπόσταση, καθώς τοποθετείται με πλατιές γεμάτες πινελιές. Η έντασή του, παρά τους λυρικούς τόνους, που ίσως υποδηλώνουν την ώρα του δειλινού, θυμίζει την ιδιαίτερη οντότητα που το φως είχε στα έργα των Ναμπί.