Εκλειψη, 1994
O Nίκος Στεφάνου, από 16 ετών ασχολήθηκε με τη ζωγραφική εκτέλεση σκηνικών, ενώ από το 1959 σκηνογραφεί συστηματικά στα κρατικά θέατρα και συνεργάζεται με ελεύθερους θιάσους. Κατά την παραμονή του στο Παρίσι, όπου μετέβη το 1960 για σπουδές θεάτρου, παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής στην École des Beaux-Arts για δύο χρόνια. Παράλληλα με το θέατρο, ασχολείται με τη ζωγραφική. Στο έργο του παρουσιάζει τις συγκινήσεις της παιδικής του ζωής στην Aθήνα, τις εικόνες που αγκαλιάζει το βλέμμα από το παράθυρο με μια ματιά, το φως και τη θάλασσα της Kέας –του αγαπημένου του νησιού. Mε εμφανή την επίδραση του θεατρικού χώρου στον οποίο εργάζεται από έφηβος, δημιουργεί την εικόνα με μια ιδιαίτερη αίσθηση του βάθους που δεν είναι πλέον υπαρκτό αλλά δημιουργημένο. Aντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει στο θέατρο, τα αντικείμενα είναι τοποθετημένα ανάλαφρα, σαν να αιωρούνται μέσα σε μια ατμόσφαιρα ρευστή και κινούμενη. Xρώματα σε χαμηλούς τόνους, αντικείμενα καθημερινά, δοσμένα με τον αυθορμητισμό και την αγνότητα της πρώτης ματιάς δημιουργούν μια ζωγραφική εικόνα ονειρική ή παιδιάστικη, σχεδόν μεταφυσική.
Στην Έκλειψη ένα φυσικό γεγονός γίνεται αφορμή για την απεικόνιση μιας άποψης της Αθήνας μέσα από το λιγοστό φως που φτάνει από το καλυμμένο άστρο. Το Θησείο, οι Αέρηδες, το Γκάζι ξεχωρίζουν φωτισμένα από την απόκοσμη και ονειρική ακτινοβολία που δίνει στην Πλάση, μεταπλάθοντας το χώρο σε φανταστική σύνθεση, καθώς και άλλα ετερόκλητα στοιχεία, το τραπέζι με τη νεκρή φύση, οι βάρκες δεξιά, αποκαλύπτονται στο θεατή ως ένας ονειρικός συγκερασμός χώρου και αντικειμένων.