Η μάχη των Φαρσάλων, πριν από το 1901
Ο Γεώργιος Ροϊλός υπήρξε ανήσυχη προσωπικότητα με έντονο ενδιαφέρον στη διερεύνηση εικαστικών προβλημάτων. Μετά τις σπουδές του στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1880-1887), φοίτησε για ένα χρόνο στο Μόναχο και στο Παρίσι, ενώ ύστερα από σύντομη παραμονή στην Αθήνα, όπου μάλιστα εκλέχθηκε το 1894 καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών, μετέβη στην Αγγλία όπου έζησε πέντε χρόνια στο Λονδίνο και το Λίβερπούλ, συμμετέχοντας ενεργά στην καλλιτεχνική ζωή της χώρας αυτής. Η συμμετοχή του στον Ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 έστρεψε το ενδιαφέρον του στην απεικόνιση πολεμικών σκηνών, σύμφωνα με το πνεύμα των νέων αντιλήψεων που είχαν επικρατήσει ήδη κατά από το 19ο αιώνα, στο πλαίσιο μιας ιστορικής ειδησεογραφίας που απέβλεπε στη ρεαλιστική καταγραφή των γεγονότων. Ζωγράφος με πολλά ενδιαφέροντα και πλούσια θεματογραφία, ο Ροϊλός, παρά την ακαδημαϊκή του παιδεία, ασχολήθηκε με την απεικόνιση του τοπίου στις αρχές του 20ού αιώνα, όπως και οι περισσότεροι Έλληνες καλλιτέχνες. Τα πολλά ταξίδια του στην Ευρώπη διεύρυναν τους ορίζοντές του με αποτέλεσμα να οδηγηθεί σε μια ιδιότυπη διερεύνηση της φύσης που χαρακτηρίζεται από χρωματική τολμηρότητα και συνθετική αντίληψη, που τον φέρνουν κοντά τόσο στις μετα-ιμπρεσιονιστικές τάσεις της εποχής του, όσο και στις εξπρεσιονιστικές προσπάθειες.
Η Μάχη των Φαρσάλων, και δύο άλλα έργα του Ρoϊλού, τα «Γεντζέλια» και τα «Δελέρια», αποτελούν μια τριλογία με την οποία ο ζωγράφος απέδωσε τον ατυχή για τους Έλληνες πόλεμο του 1897, σύμφωνα με το πνεύμα των νέων αντιλήψεων για την απόδοση πολεμικών σκηνών, που είχαν επικρατήσει ήδη κατά από το 19ο αιώνα. Η εμπνευσμένη από το κλασικό ιδεώδες της ελληνορωμαϊκής εποχής ζωγραφική έπαψε να συγκεντρώνει την προσοχή του κοινού, το οποίο λόγω της αφύπνισης της εθνικής συνείδησης και της αναζήτησης ερεισμάτων στη δική του ιστορία, ικανοποιείται περισσότερο με τα σύγχρονα πολεμικά γεγονότα και την αμείλικτη αλλά τόσο κοντινή του φρικτή πραγματικότητα των συγκρούσεων στα πεδία των μαχών. Οι καλλιτέχνες απομυθοποιώντας τους πολεμιστές, τους οποίους αντιμετωπίζουν ως κοινούς ανθρώπους και όχι ως μαχόμενους ήρωες, στρέφουν την προσοχή τους στον απλό στρατιώτη που επωμίζεται το βάρος της μάχης και υφίσταται τις κακουχίες του πολέμου. Οι ιστορικές αυτές συνθέσεις, οι οποίες καταγράφουν με ακρίβεια τα πάθη των απλών ανθρώπων, αποδίδονται από καλλιτέχνες, οι οποίοι βρίσκονται οι ίδιοι μέσα στη δίνη του πολέμου. Άλλοτε ως παρατηρητές και άλλοτε ως πολεμιστές καταγράφουν τα συμβάντα ως αυτόπτες μάρτυρες, και καθιστούν την ειδησεογραφική αυτή ζωγραφική τεκμήριο των πραγματικών γεγονότων, παίζοντας τον ρόλο που σήμερα κατέχει η φωτογραφία, το ρεπορτάζ ή η τηλεόραση. Ο Ροϊλός συμμετέχοντας ως απλός στρατιώτης στον πόλεμο αυτό, δεν αρκέστηκε στα άπειρα σχεδιάσματα από τα πεδία των μαχών, που έφερε μαζί του. Για να αποδώσει τα ακριβή αναγνωρίσιμα χαρακτηριστικά του Διαδόχου και των επιτελών αξιωματικών, τους ζήτησε να περάσουν από το εργαστήριό του και να ποζάρουν. Ακόμα και μέσα στους στρατιωτικούς στάβλους ανάλωσε μήνες σχεδιάζοντας και δεσμεύοντας κινήσεις αλόγων. Στη «Μάχη των Φαρσάλων» η πανοραμική άποψη του πεδίου της μάχης, ο μεγάλος αριθμός των συγκροτημένων σε ομάδες προσώπων, ο διηγηματικός χαρακτήρας, η έμφαση στην κίνηση με την οποία ο ζωγράφος προσπαθεί να συλλάβει τη δράση και την έξαψη της σύγκρουσης, είναι στοιχεία που εκφράζουν δυναμισμό αλλά και αλήθεια. Οργανωμένος ο πίνακας σε παράλληλες ζώνες, φέρνει σε πρώτο πλάνο τους τραυματίες, στο βάθος μαίνεται η μάχη, ενώ ενδιάμεσα κινούνται ο Διάδοχος με το επιτελείο του. Το μισό και πλέον του πίνακα αφιερώνεται στην απόδοση του ουρανού, με τις αντιθέσεις του γαλάζιου και της ώχρας, ενώ ο ενεργητικός χαρακτήρας του χρώματος στο έντονο πράσινο της πεδιάδας και στην κινούμενη από την ένταση της μάχης χλόη, προσθέτουν στο έργο φυσικότητα και παλμό.