Τρύγος, 1937
Ο Αλέξανδρος Κορογιαννάκης, με σπουδές ζωγραφικής (1924-1929), ήταν αυτοδίδακτος στη χαρακτική. Σπούδασε ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας με καθηγητές τους Νικόλαο Λύτρα, Δ. Γερανιώτη, Ε. Θωμόπουλο και Γ. Ιακωβίδη από το 1924 έως το 1929. Με την ξυλογραφία αρχίζει να ασχολείται μόνος του από το 1936. Σαν υπάλληλος της Τράπεζας της Ελλάδος πήγε για μετεκπαίδευση στη Βιέννη, όπου έμαθε τις τεχνικές της χαλκογραφίας. Εργάστηκε στο ΄Ιδρυμα Εκτύπωσης Τραπεζογραμματίων και Αξιών της Τράπεζας της Ελλάδος, χαράζοντας χαρτονομίσματα από το 1939 έως το 1966. Εργάστηκε επίσης σε εφημερίδες και περιοδικά ως σκιτσογράφος και εικονογράφησε πολλά βιβλία. Η χαρακτική του Κορογιαννάκη δεν απομακρύνεται πολύ από τον αντικειμενικό ρεαλισμό, επιλέγει θέματα από την καθημερινή ζωή και τη μυθολογία, ενώ συχνά μεταφέρει σε χαρακτικά σπουδαία ζωγραφικά έργα.
Το 1938 ο Κορογιαννάκης παρουσιάζει στην Πρώτη Πανελλήνια Έκθεση της Ελληνικής Πρωτοτύπου Χαρακτικής, δέκα ξυλογραφίες σε όρθιο ξύλο, ανάμεσα στις οποίες βρίσκονται ο Θέρος και ο Τρύγος. Και τα δύο έργα περιγράφουν σκηνές με ανθρώπους που εργάζονται, με λυρισμό και αφηγηματική διάθεση. Άλλωστε, στα δύο αυτά θέματα ο χαράκτης επικεντρώνει την προσοχή του στη συνεχή, επαναλαμβανόμενη κίνηση των γυναικών στα χωράφια και στα αμπέλια. Με εύκαμπτες κυκλικές γραμμές δημιουργεί μια σοφή ισορροπία ανάμεσα στις επιφάνειες του μαύρου και στις λεπτομέρειες που σχεδιάζονται με λεπτή χάραξη. Και τα δύο έργα τιμήθηκαν με το Χρυσό Βραβείο στη Διεθνή Έκθεση του Παρισιού το 1937.