Θέα από το Λυκαβηττό, 1948
Ηπειρωτικής καταγωγής σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών κοντά στους Μαθιόπουλο, Αργυρό και Παρθένη. Το 1937 ίδρυσε καλλιτεχνικό φροντιστήριο στην Αθήνα και από το 1938 ως το 1941 εργάστηκε στο καλλιτεχνικό τμήμα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου. Την χρονιά εκείνη ίδρυσε μαζί με τη σύζυγό του Ιωάννα Μητσέα, επίσης ζωγράφο, σχολή ζωγραφικής στα Γιάννενα ενώ το 1946 διορίστηκε καθηγητής στο Κολλέγιο Αθηνών. Το 1960 πρωτοστάτησε στην οργάνωση στα Γιάννενα της Πινακοθήκης Νεοελληνικής τέχνης ενώ παράλληλα ασχολήθηκε με τη μελέτη της βυζαντινής και λαϊκής τέχνης.
Ζωγράφος της σύγχρονης καθημερινής πραγματικότητας, ο Κώστας Μαλάμος απεικονίζει στα έργα του τη ζωή, την ιστορία, τα πάθη, τον περιβάλλοντα χώρο του ελληνικού λαού. Χωρίς ποτέ να απομακρύνεται από την παραστατική ζωγραφική και με κύριο εκφραστικό μέσο το χρώμα δημιουργεί μια τέχνη όπου συχνά η ρεαλιστική γραφή δεν είναι μια απλή καταγραφή του εξωτερικού κόσμου, αλλά καταλήγει σε προσπάθεια ερμηνείας του, προσδίδοντας εσωτερικό περιεχόμενο στο έργο του. Γύρω στο 1965, σε ένα μοναδικό συνδυασμό υπαιθρισμού και ρεαλιστικής γραφής, δημιουργεί τη σειρά των νεοκλασικών της Αθήνας. Η ελεύθερη ζωγραφική, η οποία δεν περιορίζεται από τη γεωμετρική διάταξη που επιβάλλει η αρχιτεκτονική, αξιοποιεί όλες τις δυνατότητες του φωτός, ενώ η πιστότητα στην απόδοση τονίζει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε κτίσματος, καθιστώντας τα “προσωπογραφικές” εικόνες. Με τη νεκρική σιωπή που τα περιβάλλει, αποπνέουν μεταφυσική διάθεση.
Το έργο Θέα από το Λυκαβηττό, του Κώστα Μαλάμου, απεικονίζει μια άποψη της Αθήνας από τη βεράντα του σπιτιού του στο Λυκαβηττό και φέρει χρονολογία 1948. Στα έργα της εποχής αυτής, χρώματα φωτεινά, διαμορφωμένα με αρμονικούς τόνους κατά επίπεδα, δίνουν μια ειρηνική εικόνα του γύρω του κόσμου. Αργότερα όμως, ιδιαίτερα μετά το 1960, ο Μαλάμος, στην απόδοση του τοπίου, χρησιμοποιεί χρωματικές εντάσεις και αντιθέσεις, σε μια καταγγελτική για την κακοποίηση του περιβάλλοντος ζωγραφική. Η ρευστότητα του χρώματος και οι μωβ, πορτοκαλί τόνοι που προσδιορίζουν την ώρα του δειλινού, δίνουν μια μελαγχολική ομορφιά στα κτίσματα γύρω από την Ακρόπολη, μέσα στον χώρο που εξουσιάζουν.